Η μνήμη θυμάτων και πεσόντων από τους ναζί την κατοχή που έκαψαν ολοσχερώς την Κάντανο, τιμήθηκε το πρωί της Δευτέρας σε εκδήλωση με αφορμή τη συμπλήρωση 83 ετών από την αποφράδα ημέρα της 3ης Ιουνίου 1941.
Στον περικαλλή καθεδρικό ναό της Αναλήψεως του Κυρίου τελέστηκε χθες το πρωί επίσημα δοξολογία με την παρουσία πολιτικών, αυτοδιοικητικών και στρατιωτικών Αρχών, εκπροσώπων σωμάτων ασφαλείας, φορέων και συλλόγων.
Στο μνημείο πεσόντων στην πλατεία της κωμόπολης τελέστηκε στη συνέχεια επιμνημόσυνη δέηση, ακολούθησαν καταθέσεις στεφάνων, τηρήθηκε ενός λεπτού σιγής στη μνήμη των θυμάτων και έγινε ανάκρουση του Εθνικού μας Ύμνου.
Χαιρετισμό απηύθυνε ο δήμαρχος Καντάνου – Σελίνου Αντώνιος Περάκης, ενώ στη συνέχεια λεπτομερή αναφορά στα συνταρακτικά ιστορικά ντοκουμέντα της περιόδου έκανε ο ιστοριοδίφης Γιάννης Σκαλιδάκης ο οποίος μεταξύ άλλων υπογράμμισε τα εξής: “ Πριν την επικείμενη γερμανική επίθεση στις 20 Μαΐου 1941, η Κρήτη είχε μετατραπεί στο μοναδικό ελεύθερο ελληνικό έδαφος. Εδώ εγκαταστάθηκε ο βασιλιάς και η ελληνική κυβέρνηση. Η πρωθυπουργοποίηση του Εμμανουήλ Τσουδερού οφειλόταν και στην κρητική καταγωγή του, ώστε η κυβέρνηση και ο βασιλιάς να γίνουν αποδεκτοί από την κρητική κοινωνία που ήταν εχθρική προς το δικτατορικό καθεστώς Μεταξά και ένιωθε ανησυχία και οργή για την τύχη των στρατευμένων παιδιών της και του τόπου της. Για έναν μήνα, ως τις 23 Μαΐου, οπότε ο βασιλιάς και η κυβέρνηση Τσουδερού θα εγκαταλείψουν το νησί, τα Χανιά θα αποτελούν την πρωτεύουσα του Ελληνικού κράτους. Με μια σειρά νόμων, θα γίνει μια ύστατη προσπάθεια οργάνωσης της άμυνας του νησιού αλλά παράλληλα μιας πρωτόλειας άμβλυνσης των συνεπειών της δικτατορίας και γενικότερα των πολιτικών παθών. π.χ. με την αποκατάσταση αξιωματικών “εξελθόντων του στρατεύματος για πολιτικούς λόγους” (νόμοι 3013, 3031) για τους απότακτους βενιζελικούς του 1935. Ο υποστράτηγος Εμμανουήλ Τζανακάκης από την Κίσαμο διορίστηκε υπουργός Στρατιωτικών ενώ ο υποστράτηγος Αχιλλέας Σκουλάς από τους Λάκκους Κυδωνίας διοικητής των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων υπό τον νεοζηλανδό διοικητή Μπέρναρντ Φράιμπεργκ. Η αντίθεση στο καθεστώς Μεταξά – Γεωργίου Β΄συνδέθηκε με την ανάγκη προάσπισης του νησιού μέσω του αιτήματος της επιστροφής των όπλων που το εν λόγω καθεστώς είχε αφαιρέσει από τους κατοίκους του. Ο επανεξοπλισμός των Κρητών θα αποδείκνυε έμπρακτα μια διαφοροποίηση της κυβέρνησης από τη δικτατορία. Από την άλλη, αξιωματικοί ήταν σίγουροι ότι αν εξοπλιζόνταν οι Κρητικοί θα εξεγειρονταν εναντίον της κυβέρνησης. Οι Κρητικοί ζητούσαν με επιμονή όπλα ενόψει της γερμανικής επίθεσης. Το νησί είχε αφοπλιστεί, ίσως πρώτη φορά στη νεότερη ιστορία του σε τέτοιο βαθμό. Η δικτατορία μετά και την εξέγερση του 1938, ήταν άκρως επιφυλακτική έως εχθρική απέναντι στην Κρήτη και εν όψει του ελληνοϊταλικού πολέμου είχε διατάξει εκ νέου την παράδοση όλων των όπλων. Πολλά από τα όπλα που είχαν διαρπαγεί κατά την εξέγερση του 1938 παραδόθηκαν μονάχα τότε, για την άμυνα της χώρας. Υπάρχει και η εκτίμηση πως ο πλήρης αφοπλισμός του νησιού οφειλόταν στο φόβο για τυχόν νέα εξέγερση εν μέσω πολέμου. Σε κάθε περίπτωση, υπήρχε η αίσθηση πως η κυβέρνηση Τσουδερού ως συνέχεια της 4ης Αυγούστου δεν επιθυμούσε τον εξοπλισμό του λαού. Οι Βρετανοί επίσης δεν ήθελαν να δώσουν όπλα του τακτικού στρατού σε μη επιστρατευμένους πολίτες. Τέσσερις ( 4.000) χιλιάδες ντουφέκια που υποσχέθηκαν, δεν δόθηκαν ποτέ. Σχέδια επιστράτευσης εκπονούνταν και ματαιωνόνταν. Υπήρξε διαταγή του Γενικού Επιτελείου προς τη Στρατιωτική Διοίκηση Κρήτης να οργανωθούν οι χωρικοί κατά χωριά σε σώματα Πολιτοφυλακής με εφέδρους αξιωματικούς και υπαξιωματικούς. Αρχικά περί τους 3.000 πολίτες οργανώθηκαν στις μονάδες πολιτοφυλακής και από τον Φεβρουάριο του 1941, παρέμειναν 1.500 σε τέσσερα τάγματα, ένα ανά νομό χωρίς εξοπλισμό…..”
Συνεχίζοντας ο κ. Σκαλιδάκης επεσήμανε ότι η οργάνωση μονάδων πολιτοφυλακής από τον Δεκέμβριο του 1940 υπήρξε αντικειμενικά μια γέφυρα μεταξύ στρατού και πολιτών και προετοίμασε τους τελευταίους για την ανάληψη ένοπλης δράσης. Με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, διάφορες ομάδες είχαν εξασφαλίσει τον αρχικό οπλισμό τους… Με την έναρξη της γερμανικής επίθεσης, στα χωριά του Σελίνου, με την καμπάνα του χωριού δινόταν το σύνθημα συγκέντρωσης των ανδρών με όποιο οπλισμό έβρισκε ο καθένας. Από το ανατολικό Σέλινο κατευθυνόταν προς το χωριό Ροδοβάνι και από εκεί στην Κάντανο. Το πρωί της 21ης Μαϊου είχαν συγκεντρωθεί στην Κάντανο εκατοντάδες οπλισμένοι εκ των ενόντων και άοπλοι. Κατά ομάδες προωθήθηκαν προς το βορρά μέχρι την κατάληψη των Βουκολιών από τους Γερμανούς… Η λαική συμμετοχή ανέβαζε τις απώλειες των αλεξιπτωτιστών που προσγειωνόταν σε έδαφος όπου η απειλή ήταν πανταχού παρούσα, υπό τη μορφή ένοπλων χωρικών, ακόμη και γυναικών και παιδιών. Τουλάχιστον 3,352 άνδρες που σκοτώθηκαν στη Μάχη της Κρήτης είναι θαμμένοι στο γερμανικό νεκροταφείο του Μάλεμε. Πρόκειται δηλαδή για τα 2 / 3 του συνόλου των γερμανικών απωλειών σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής στην Κρήτη. Η συνέχεια είναι γνωστή στις επιχειρήσεις αντεκδίκησης του γερμανικού στρατού εναντίον του κρητικού λαού που τόλμησε να αντισταθεί. Η Κάντανος καταστράφηκε ολοσχερώς και απαγορεύτηκε η ανοικοδόμηση της. Απροσδιόριστος αριθμός κατοίκων του νησιού εκτελέστηκαν σε επιχειρήσεις εξιλασμού. Τιμούμε τους αγώνες των προγόνων μας για ελευθερία και δεν ξεχνάμε τα δεινά του πολέμου. Σε μια εποχή που εμφανίζεται ξανά με το πιο απαίσιο πρόσωπό του ο πόλεμος στην ευρύτερη περιοχή μας, από την Ουκρανία ως την Παλαιστίνη, σε μια εποχή μάλιστα που παρακολουθούμε την εθνοκάθαρση ενός ολόκληρου λαού με τα πιο σύγχρονα μέσα, οφείλουμε έμπρακτα και άμεσα να αγωνιστούμε για την ειρήνη, να μην επιτρέψουμε να γίνει ο λαός μας συνένοχος δεινών που τα γνωρίζουμε καλά”.
Η εκδήλωση συνεχίστηκε με ριζίτικα τραγούδια, παραδοσιακούς κρητικούς χορούς και παράθεση γεύματος.
Ηλίας Ι. Κάκανος